Διαβήτης: Οι χημικές ουσίες που αυξάνουν τον κίνδυνο - Ποια προϊόντα τις περιέχουν

Αντικολλητικά μαγειρικά σκεύη, καλλυντικά, συσκευασίες τροφίμων, χαλιά ακόμα και το νερό περιέχουν υπερφθοριωμένες και πολυφθοριωμένες αλκυλιωμένες ουσίες (PFAS), οι οποίες μπορούν να συσχετιστούν με τον αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης σακχαρώδους διαβήτη στις γυναίκες της μέσης ηλικίας. Αυτά είναι τα συμπεράσματα νεότερης μελέτης που δημοσιεύτηκε στο Diabetologia από το Τμήμα Επιδημιολογίας της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν των ΗΠΑ.

Στη συγκεκριμένη ομάδα χημικών συγκαταλέγονται περισσότερες από 4.700 συνθετικές χημικές ουσίες. Η μοριακή τους δομή παρουσιάζει μεγάλη ανθεκτικότητα, με αποτέλεσμα να συσσωρεύονται στο περιβάλλον και στα σώματα των ανθρώπων αλλά και των ζώων ακόμα και για χρόνια, με αποτέλεσμα να αποκαλούνται συχνά και «αιώνια χημικά προϊόντα» («forever chemicals»).

Πώς συνδέονται με τον σακχαρώδη διαβήτη; Πολλά από τα PFAS έχουν μοριακές δομές που μοιάζουν με εκείνες των φυσικών λιπαρών οξέων, με αντίστοιχες επιδράσεις. Τα λιπαρά οξέα δρουν σε μια κατηγορία πρωτεϊνικών μορίων που βρίσκονται στα κύτταρα που ονομάζονται υποδοχείς που ενεργοποιούνται από τον πολλαπλασιαστή υπεροξισώματος (PPARs), οι οποίοι δρουν ως αισθητήρες λίπους και ινσουλίνης και είναι οι κύριοι ρυθμιστές του σχηματισμού και της ανάπτυξης νέων λιποκυττάρων (λιποκύτταρα)  και ελέγχουν τα επίπεδα του λίπους και της γλυκόζης.

Οι ενώσεις των PFAS είναι δομικά και χημικά παρόμοιες με αυτούς των PFAS και θα μπορούσαν ενδεχομένως να αλληλεπιδράσουν με τους ίδιους υποδοχείς (PPARs), διαταράσσοντας τη ρυθμιστική τους συμπεριφορά και υποδηλώνοντας έναν πιθανό μηχανισμό για αυτές τις ουσίες, παραλλάσσοντας τον μεταβολισμό.

Η διαδικασία της μελέτης

Στην έρευνα συμμετείχαν συνολικά 3.302 προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες ηλικίας 42-52 ετών, μέρος της συνεχιζόμενης μελέτης SWAN με επίκεντρο τις γυναίκες. Οι συμμετέχουσες υποβλήθηκαν σε μια βασική κλινική εξέταση που επαναλαμβανόταν ετησίως την περίοδο 1996-1997.

Εν συνεχεία, η μελέτη SWAN-Multi-Pollutant Study (SWAN-MPS) ξεκίνησε το 2016 για να αξιολογήσει τον ρόλο των περιβαλλοντικών ρύπων σε χρόνιες ασθένειες κατά τη διάρκεια και μετά τη μετάβαση στην εμμηνόπαυση. Η συγκεκριμένη μελέτη ανέλυσε δείγματα αίματος και ούρων από 1400 συμμετέχουσες, από τη μελέτη SWAN και ειδικότερα από την τρίτη παρακολούθηση (1999-2000) και μετά. Ο στόχος των ερευνητών ήταν να διαπιστωθεί η παρουσία περιβαλλοντικών χημικών ουσιών, συμπεριλαμβανομένων επτά PFAS.

Μετά από την αφαίρεση των γυναικών που έπασχαν ήδη από σακχαρώδη διαβήτη, οι ερευνητές κατέληξαν σε 1.237 γυναίκες με διάμεση ηλικία τα 49,4 έτη που παρακολουθούνταν από το 1999- 2000 έως το 2017. Διαπιστώθηκαν 102 περιπτώσεις σακχαρώδους διαβήτη. Όσες συμμετέχουσες εμφάνισαν την νόσο, ήταν πιο πιθανό να είναι Αφροαμερικανικής καταγωγής, λιγότερο μορφωμένες και σωματικά δραστήριες, με μεγαλύτερη πρόσληψη θερμιδών και υψηλότερο ΔΜΣ κατά την έναρξη.

Χωρίζοντας τις γυναίκες ανάλογα με την επικινδυνότητα εμφάνισης του καρκίνου, η ερευνητική ομάδα συμπέρανε ότι η συνδυασμένη έκθεση στα επτά διαφορετικά PFAS είχε ισχυρότερη σχέση με τον κίνδυνο εμφάνισης σακχαρώδους διαβήτη από ό,τι παρατηρήθηκε με τις μεμονωμένες ενώσεις. Οι γυναίκες στην ομάδα υψηλού κινδύνου είχαν 2,62 φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν τη νόσο, ισοδύναμο με τον κίνδυνο εμφάνισής της λόγω παχυσαρκίας, και ακόμα μεγαλύτερο από τον κίνδυνο που διατρέχουν οι καπνιστές.

Επιπλέον, ο αυξημένος κίνδυνος που σχετίζεται με κάθε μεμονωμένο PFAS κυμαινόταν από 36% έως 85%, υποδηλώνοντας μια πιθανή αθροιστική επίδραση πολλαπλών PFAS στην εμφάνιση του σακχαρώδους διαβήτη.

Οι συγγραφείς συμπεραίνουν ότι οι αλλαγές πολιτικής σχετικά με το πόσιμο νερό και τα καταναλωτικά προϊόντα θα μπορούσαν να αποτρέψουν την έκθεση σε όλο τον πληθυσμό.

ygeiamou.gr

Διαβάστε επίσης